Ομιλία Αρχιμ. π. Νεκταρίου Κωτσάκη – Α΄ Κατανυκτικός Εσπερινός
Ομιλία Καθηγουμένου Ι.Μ. Ομπλού
Αρχιμ. π. Νεκταρίου Κωτσάκη
«Tὸν τῆς Νηστείας καιρόν, φαιδρῶς ἀπαρξόμεθα,
πρὸς ἀγῶνας πνευματικούς ἑαυτούς ὑποβάλλοντες»
Σεβασμιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα
Φιλόθεος χορεία τῶν Πατέρων
Εὐλαβέστατε καὶ περιούσιε λαέ τοῦ Θεοῦ
Ἐξαστράπτει καὶ λάμπει ἐνώπιόν μας ἡ ὠραιότερη καὶ σημαντικότερη περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους. Βρισκόμαστε στὸ κατώφλι τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ὡς φιλόστοργη μητέρα, μᾶς παίρνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μᾶς δείχνει ἕναν δρόμο, μᾶς συμβουλεύει νὰ ἀκολουθήσουμε μία πορεία ἡ ὁποία εἶναι τόσο σημαντική ὅσο δὲν μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε. Ἔχει σχέση μὲ τὴν αἰώνια σωτηρία μας γιατὶ ὁ ἐραστής τῆς ψυχῆς μας Ἰησοῦς προσμένει τὸν καθένα μας ὡς Φιλάνθρωπος Πατέρας νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ χαρά τῆς ἔνωσης μὲ Αὐτόν, στὴν μακαρία κατάσταση τοῦ ἁγιασμοῆ, τῆς Θέωσης.
Παρ’ ὅλα ταῦτα, ἡ πορεία αὐτή δὲν εἶναι τόσο ἀνώδυνος καὶ χωρίς κόπο. Καὶ τοῦτο γιατὶ ὅπως λέγει ὁ σύγχρονος Ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Σέρβος, αὐτός ὁ δρόμος ἐκτείνεται ἀπὸ τὸν ᾌδη ὡς τὸν Παράδεισο ἤ ἀκριβέστερα ἀπὸ τὸν διάβολον μέχρι τὸν Θεόν.
Καὶ καλούμαστε νὰ βαδίσουμε τὸ στάδιο ποὺ ἀνοίγεται μπροστά μας μὲ συνέπεια, λαχτάρα γιὰ τὰ πνευματικά, ἐλπίδα, πίστη, ταπείνωση, ἐγκράτεια, μετάνοια, φιλότιμο καὶ ἀρχοντιά ὅπως θὰ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γέροντας π. Παΐσιος. Γιατὶ ἄν δὲν πλεύσουμε μὲ πνευματική ἀσφάλεια στὸ Πέλαγος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς τότε ὑπάρχει φόβος νὰ πελαγοδρομήσουμε, νὰ ἀποκάμουμε, νὰ ἀπογοητευθοῦμε καὶ στὸ τέλος νὰ καταποντιστοῦμε.
Σεβασμιώτατε, πρὶν προχωρήσω στὴν ἀνάπτυξη τῆς ταπεινῆς αὐτῆς ὁμιλίας θὰ ἤθελα νὰ ζητήσω τὴν ἐπιείκειά σας γιὰ τὶς ἀπλές σκέψεις ποὺ θὰ προσφέρω στὸ λογικό ποίμνιό Σας. Γνωρίζω πολὺ καλά ὅτι ὁ ἔνθεος καὶ πνευματικός λόγος Σας, καταρτίζει Θεάρεστα τὸν εὐλαβή καὶ πιστό λαό τῆς Μητροπόλεώς Σας, κὶ ὄχι μόνο, ὅπως ἐπίσης ὅτι ἡ ἀγάπη Σας κάλεσε τὴν ἐλαχιστότητά μου μὲ περισσή χαρά, κὶ ἐγὼ ἀπὸ ὑπακοή βρίσκομαι ἀνάμεσά σας ὄχι γιὰ νὰ προσφέρω κάτι καινούριο ἀλλὰ γιὰ νὰ διακονήσω τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι πάντα σύγχρονος καὶ ζωηφόρος.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, Ἡ σημερινή Κυριακή τῆς Τυροφάγου «ποιεῖ ἀνάμνησιν τῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ ἀπὸ τὸν Παράδεισον τῆς Τρυφῆς». Ὅλοι μας ξέρουμε ὅτι ὁ Ἀδάμ πλάστηκε ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Τριαδικό Θεό κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσή Του. Τὸ κατ’ εἰκόνα δόθηκε στὸν Ἀδάμ ἀμέσως. Τὸ νὰ ὁμοιάσει ὅμως πρὸς τὸν Θεό θὰ ’πρεπε νὰ τὸ καλλιεργήσει ἐλεύθερα, φιλότιμα καὶ πάντοτε μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Θείας Χάριτος. Ὁ Ἀδάμ πρὶν ἀπὸ τὴν πτώση εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεό. Εἶχε καθαρότητα, φωτεινότητα, ἀπλότητα, ἀγνότητα, ταπεινότητα.
Μετὰ τὴν πτώση ὅμως διαταράχτηκε αὐτή ἡ σχέση καὶ ὁ νοὺς τοῦ Ἀδάμ σκοτείνιασε, θόλωσε, ἀμαυρώθηκε καὶ ἦταν φυσικό ἑπόμενο νὰ μὴν ἔχει ἐμπειρία καὶ παρουσία τῆς θείας χάριτος. Ὁ παρασυρμός τοῦ Ἀδάμ ἀπὸ τὴν Εὔα καὶ τῆς Εὔας ἀπὸ τὸ Διάβολο στέρησε ἀπὸ τοὺς Πρωτοπλάστους τὴ Θεοκοινωνία, τὴ Θεία Χάρη καὶ τὴν ὀμορφιά μὲ τὴν ὁποία τοὺς εἶχε δημιουργήσει ὁ Θεός. Κέντρο πλέον γι’ αὐτούς γίνεται ὁ ἑαυτός τους καὶ ὄχι ὁ Θεός τους, καὶ κατ’ αὐτόν τὸν τρόπο ὁ ἄνθρωπος «παρασυνεβλήθην τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὁμοιώθην αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,12). Ἀλλοίμονο!! Ἡ βάση τῆς ἁμαρτίας σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο τὸ Σέρβο εἶναι νὰ γίνουμε θεοί χωρὶς τὸν Θεό, μόνοι μας. Ἡ αὐτοθέωση ὅμως αὐτή εἶναι δαιμονιώδης, ἀντίχριστη καὶ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο, (σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν Καβάσιλα), στὴν ἀνυπαρξία βιώνοντας μὲ αὐτόν τὸν τρόπο τὸν πνευματικό θάνατο.
Ὁ Ἀδάμ εἶναι ὁ μοναδικός καὶ κύριος ὑπεύθυνος γιὰ τὴν παράβαση, ὡς ἀπολύτως ἐλεύθερος ποὺ ἦταν νὰ διαλέξει το μέλλον τῆς πορείας του μὲ τὸν Θεό ἤ μὲ τὸν θάνατο. Ἡ ἐπιλογή εἶναι γνωστή ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ ἀποτελέσματά της.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νουθετῶντας τοὺς Ἐφεσίους (Ἐφ. 2, 5-6) ἀλλὰ διδάσκοντας καὶ ἐμᾶς θὰ πεῖ ὅτι ἡ ἁμαρτία τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι ἀπώλεια τῆς θείας χάριτος ἀλλὰ καὶ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Ζῶντα Θεό. Μέσα λοιπὸν σὲ αὐτά τὰ πλαίσια βλέπουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τὴν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ ἀλλὰ καὶ τὴν κάθε ἁμαρτία ὅλων τῶν (μεταγενέστερων) ἀνθρώπων. Ἡ ὁποια ἁμαρτία, δημιουργεῖ ἀποσύνθεση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας, ἀποσύνδεση καὶ ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό.
Καὶ ἐνὼ βρισκόμασταν σὲ αὐτή τὴν ὀδυνηρή κατάσταση τοῦ σκότους καὶ τῆς σκιᾶς τοῦ θανάτου ἀνέτειλε ἡ Ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ ποὺ θέωσε τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μὲ τὸν Σταυρό καὶ τὴν Ἀνάστασή Του ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς νίκησε τὸν θάνατο καὶ ἔνωσε καὶ πάλι τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεό. Ὅμως δὲν σώζεται μοιρολατρικά καὶ χωρὶς ἀγῶνα ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεός τῆς Ἀγάπης ἀπὸ φιλανθρωπία συγκαταβαίνει καὶ γίνεται ἄνθρωπος γιὰ νὰ ἐνωθεῖ μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν θεώσῃ καὶ ὡς ἐδὼ εἶναι ὁ πρῶτος ὅρος γιὰ τὴ σωτηρία του.
Πρέπει ὅμως καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ θέλει καὶ νὰ ἀγωνίζεται γιὰ νὰ ἀνέβει πρὸς τὸν Θεό, ποὺ τοῦ ἀπλώνει τὸ χέρι Του. Γιατὶ ὅπως καταλαβαίνουμε ἀδελφοί μου, καὶ ὅπως ἀφήνει νὰ ἐννοηθεῖ καὶ ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἑάν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀπλώνει τὰ χέρια του πρὸς τὰ ὑψηλά, τὸ χέρι του Θεοῦ θὰ μείνει μόνο, χωρὶς ἀνταπόκριση στὴν οὐράνια πρόσκληση τῆς θεώσεως.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνει αὐτό θὰ πρέπει ἡ σχέση μας μὲ τὸ Θεό νὰ εἶναι σχέση μυστική, ἀλλὰ καὶ σχέση ἀγαπητική ποὺ θὰ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸ Θεῖο Ἔρωτα. Ὅσο ἀγαποῦμε τὸν Χριστό τόσο μισοῦμε τὴν ἁμαρτία.
Ὁ Μακαριστός Ἅγιος Γέροντας π. Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Προσπαθῶ νὰ βρίσκω τρόπους νὰ ἀγαπήσω τὸν Χριστό. Δὲν χορταίνεται αὐτή ἡ ἀγάπη. Ὅσο ἀγαπάεις τὸν Χριστό τόσο νομίζεις ὅτι δὲν τὸν ἀγαπάεις καὶ λαχταράεις περισσότερο νὰ Τὸν ἀγαπήσεις. Χωρὶς ὅμως νὰ τὸ καταλαβαίνεις πηγαίνεις πιὸ ψηλά, πιὸ ψηλά» καὶ ἐπειδή ὁ π. Πορφύριος ἔζησε τὴν πληρότητα αὐτή μέσα ἀπὸ τὴ νηπτική καὶ θεοποιό πορεία καὶ σχέση του μὲ τὸν Θεό προτρέπει καὶ ἐμᾶς νὰ συντονιστοῦμε στὴν ἴδια μὲ αὐτόν συχνότητα οὕτως ὥστε «διαρκῶς νὰ ἀτενίζουμε πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν Χριστό, νὰ ἀναπνέουμε μὲ τὸν Χριστό, νὰ πονᾶμε μὲ τὸν Χριστό, νὰ χαιρόμαστε μὲ τὸν Χριστό. Νὰ εἶναι τὰ πάντα γιὰ μᾶς ὁ Χριστός» σύμφωνα καὶ μὲ τὸ χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός», (ὅλα εἶναι τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ Χριστός εἶναι σὲ ὅλα) (Κολ. 3,11)
Ἀδελφοί μου ὁ Χριστός εἶναι τὸ πὰν. Εἶναι ὁ Πατέρας μας, εἶναι ὁ ἀδελφός μας, εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς καρδιᾶς μας, εἶναι ὁ φίλος μας, εἶναι ἡ πληρότητα ὁλάκερης τῆς ζωῆς μας. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ποὺ εἶναι ἐρωτευμένη μὲ τὸν Χριστό εἶναι πάντα χαρούμενη κὶ εὐτυχισμένη, ὅσους κόπους καὶ θυσίες κὶ ἄν κοστίζει αὐτό. Γι’ αὐτό ὅλος ὁ ἀγῶνας τοῦ πιστοῦ πρέπει νὰ ἔχει στόχο τὴν ἀκριβή τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κοιτάζει νὰ γίνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε πλησιάζει τὸν Θεό καὶ τότε, χωρὶς νὰ ζητάει, λαμβάνει τὴν Θεία Χάρη. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ὅμως πάει μόνο στὸν ταπεινό καὶ πράο ἄνθρωπο, γιατὶ ἐκεῖ ἀναπαύεται τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Τὶ λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας; «ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω ἀλλ’ ἡ ἐπὶ τὸν ταπεινόν καὶ ἡσύχιον»; (Ησ. 66,2).
Ὁ Μακαριστός Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης θὰ πεῖ ὅτι ὁ ταπεινός ῥουφάει τὴν Θεία Χάρη σὰν σφουγγάρι γιατὶ λίγη μόνο ταπείνωση νὰ ἔχουμε, συγγενεύουμε μὲ τὸν Θεό καὶ μετὰ ὅλες οἱ δωρεές Του ἔρχονται ἄφθονες ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη. Ἡ ταπείνωση ἀνοίγει τὶς πόρτες τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔρχεται στὸν ἄνθρωπο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἐνὼ ἡ περηφάνια τὶς κλείνει. Ὁ Πνευματικός καθοδηγητής καὶ δάσκαλος τῆς νηπτικῆς ἐμπειρίας τοῦ Γέροντα Παισίου, ὁ παπά-Τύχων ὁ Ῥῶσος ἔλεγε: «ἕνας ταπεινός ἄνθρωπος, ἔχει περισσότερη Χάρη ἀπὸ πολλούς ἀνθρώπους μαζὶ. Κάθε πρωί ὁ Θεός εὐλογεῖ τὸν κόσμο μὲ τὸ ἕνα χέρι, ἀλλὰ, ὅταν δει κανέναν ταπεινό ἄνθρωπο, τὸν εὐλογεῦ καὶ μὲ τὰ δυό Του χέρια γιατὶ ὁ ταπεινός ἔχει ὅλα τὰ πνευματικά ἀρώματα: ἀπλότητα, πραότητα, σιωπή, ἀγάπη χωρὶς ὅρια, καλοσύνη ἀνεξικακία, θυσία, εὐλάβεια, ὑπακοή, μακροθυμία καὶ γενικά ὅλες τὶς ἅγιες ἀρετές.
Ἔχοντας λοιπὸν ὁ ἀληθινός στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ τοποθετήσει αὐτόν τὸν πνευματικό πλοῦτο ὡς βάση καὶ θεμέλιο τοῦ πνευματικοῦ του ἀγῶνα, της ἀγωνιστικῆς του πορείας καὶ κατανοῶντας ὅτι ἡ μετάνοια δημιουργεῖ τὸ κατανυκτικό κλίμα τῆς συναντήσεώς μας μὲ τὸν Θεόν ξεκινά τὸν ἀγῶνα του μὲ τὴ συναίσθηση καὶ τὴ βεβαιότητα ποὺ τονίζει καὶ ὁ Μ. Βασίλειος ὅτι ὅλος ὁ ἀνθρώπινος βίος ὅλος κινεῖται πρὸς τὴ Μετάνοια ὅπως ἐπίσης ὅτι ὁ ἀγῶνας μας εἶναι ἀσταμάτητος κὶ ἀδιάκοπος μέχρι τὴν ἔξοδό μας ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή.
Ἀδελφοί μου, ἡ μετάνοια εἶναι βασική κὶ μεγάλη ἀρετή πάνω στὴν ὁποία οἰκοδομεῖται ἡ πνευματική ζωή τοῦ πιστοῦ. Μόνο ὁ μετανοημένος μπορεῖ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεό. Πρόκειται γιὰ μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐπιφάνεια ἀλλὰ μὲ τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν στηρίζεται στὰ λόγια ἀλλὰ στὶς πράξεις. Ἅς μὴ μᾶς διαφεύγει ἀδελφοί μου ὅτι ἡ μετάνοια θὰ πρέπει νὰ ὑπάρξει σὲ αὐτή τὴ ζωή, αὐτή τὴ στιγμή, τὴν κάθε στιγμή ποὺ ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ μᾶς δίνει γιὰ νὰ πορευθοῦμε τὴν παροῦσα ζωή ἀφου ὅπως ὠραιότατα μᾶς λέγει καὶ ἡ ὑμνολογία τοῦ ὄρθρου τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας «ἰδοὺ καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ καιρός μετανοίας…». Ἡ ἀναβλητικότητα τῆς τακτοποίησης τῶν ἁμαρτιῶν μας γιὰ αὔριο, γιὰ κάποια ἄλλη στιγμή τῆς ζωῆς μας τέλος πάντων, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ πονηρά παιχνίδια τοῦ δαίμονα. Ὁ Παπα Τύχων ὁ Ῥῶσος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε πολὺ χαριτωμένα: «ἡ κόλαση εἶναι καλά στρωμένη ἀπὸ «θὰ»! Κατοικεῖται ἀπό ἀνθρώπους καλῶν προθέσεων καὶ ὠραίων μακρινῶν σχεδίων.
Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ μᾶς διαφεύγει ὅτι ὁ διάβολος μὲ μεγάλη δεξιοτεχνία προσπαθεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀπόγνωση, στὴν ἀπελπισία. Θὰ μᾶς φέρει τὸν λογισμό ὁ ὁποῖος θὰ προσπαθήσει νὰ μᾶς πείσει πὼς ἀφοῦ συνέχεια ἁμαρτάνουμε στὰ ἴδια καὶ στὰ ἴδια, ποιος ὁ λόγος νὰ συνεχίσουμε νὰ ἀγωνιζόμαστε;
Κὶ ὅμως, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θὰ μᾶς πεῖ ὅτι ἡ ἁμαρτία μὲν μαυρίζει, ἡ μετάνοια ὅμως ἀσπρίζει. Ἄλλωστε δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ἡ ὁποία νὰ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅλα συγχωροῦνται ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ μετανοήσει ἔγκαιρα καὶ ἀληθινά. Ἀδελφοί μου δὲν θὰ κατακριθοῦμε γιατὶ πέσαμε ἀλλὰ γιατί δὲν σηκωθήκαμε, οὖτε θὰ κολαστοῦμε γιατὶ ἁμαρτήσαμε ἀλλὰ γιατὶ δὲν μετανοήσαμε, ὅπως ἐπίσης ὁ Παράδεισος θὰ γεμίσει ἀπὸ ταπεινούς ἁμαρτωλούς ποὺ μετανόησαν ἐνὼ ἡ κόλασις ἀπὸ ὑπερήφανους καὶ ἀμετανόητους ἁγίους.
Θὰ πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅσο εὶναι καιρός ὅτι ἡ σωτηρία βρίσκεται μόνο στὴν ἐκκλησία καὶ προσφέρεται σὲ αὐτόν ποὺ ἀληθινά μετανοεῖ. Κανένα ἄλλο σύστημα εἶτε φιλοσοφικό εἶτε κοινωνικό εἶτε πολιτικό δὲν μπορεῖ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ νικήσει τὸν διάβολο, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἁμαρτία. Νὰ γιατὶ ἡ μετάνοια εἶναι ὑπόθεση ὁλόκληρης τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ, γιατὶ αὐτή μᾶς εἰσάγει στὸν Παράδεισο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο μᾶς ἔβγαλε ἡ ἁμαρτία. Θέλει ὅμως ἀγῶνα σκληρό, γιὰ νὰ κόψει κανείς τὰ πάθη του, τὶς συνήθειές του, τὶς μικρές καὶ τὶς μεγάλες ἁμαρτίες του. Χρειάζεται ἕνας ὀδυνηρός ἀγῶνας, μὲ ἱδρώτα πολὺ, μὲ δάκρυα καὶ αἷμα, γιὰ νὰ ξεριζώσει κανείς ἀπὸ μέσα του, ὅσα ἀγκάθια ῥίζωσαν καὶ μεγαλώνουν συνεχῶς κρυφά ἤ φανερά στὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς του.
Ὅμως συνοδοιπόρος καὶ σύντροφος στὴ θεοποιό πορεία τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι καὶ ὁ θεοσύστατος θεσμός τῆς νηστείας, ὅπως πολὺ καθαρά φαίνεται στὴν ἐξορία τῶν πρωτοπλάστων, ὁ ὁποῖος εἶναι πολὺ ὠφέλιμος καὶ ἀναγκαῖος γιὰ τὴ σωτηρία μας. Πολλοὶ εἶναι οἱ λόγοι ποὺ ἐπιβάλλουν τὴ νηστεία ὡς ἀπαραίτητη ὄχι μόνο στοὺς χριστιανούς ἀλλὰ στὸν κάθε ἄνθρωπο. Ποιοὶ ὅμως εἶναι οἱ πνευματικοί λόγοι ποὺ ἀπαιτοῦν τὴν πραγματική νηστεία; Γιατὶ ὁ κάθε χριστιανός θὰ πρέπει νὰ φροντίζει ὄχι μόνο γιὰ τὴ σωματική νηστεία ἀλλὰ κυρίως καὶ πρώτιστα γιὰ τὴν πνευματική ὅπως ὠραιότατα μᾶς λέγει καὶ τὸ τροπάριο τοῦ Ἑσπερινοῦ της Καθαρᾶς Τετάρτης: «νηστεύοντες, ἀδελφοί, σωματικῶς νηστεύσωμεν καὶ πνευματικῶς· λύσωμεν πάντα σύνδεσμον ἀδικίας».
Ἡ νηστεία ἔτσι, γίνεται χαλινάρι ποὺ μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ προτεραιότητα τὴν ὁποία δίνουν οἱ ἅγιοι πατέρες στὴν πραγματική νηστεία, χωρὶς τὴν ὁποία ἡ σωματική νηστεία δὲν ἔχει καμιά ἀπολύτως ἀξία ἀλλὰ παραμένει ἕνας ὑποκριτικός καὶ φαρισαϊκός τύπος. Ἡ φράση τοῦ ἀββά Ὑπερεχίου ὅτι εἶναι καλύτερο νὰ φᾶς κρέας καὶ νὰ πιεῖς κρασί ἀπὸ τὸ νὰ φᾶς τὶς σάρκες τῶν ἀδελφῶν σου μὲ τὴν κατάκριση καὶ τὴν καταλαλιά, εἶναι ἐνδεικτική τῆς πιὸ πάνω ἀλήθειας.
Ἡ νηστεία, ὅπως τὸ τονίζουν τόσο οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὅσο ἡ κατανυκτική ὑμνογραφία τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Σαρακοστῆς, εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα μὲ τὸ κατάλληλο κλίμα, ὅπου μποροῦν νὰ γίνουν ἀποτελεσματικότεροι οἱ πνευματικοί ἀγῶνες τοῦ χριστιανοῦ γιὰ τὴν κάθαρση τῶν παθῶν, τὴν ἀπόκτηση τῶν ἁγίων ἀρετῶν, τὸν φωτισμό, τὴ θέωση.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει ὅτι ἡ νηστεία εἶναι μία βία ποὺ τὴν κάνει ὁ ἄνθρωπος θεληματικά καὶ ἡ ὁποία ἐξασφαλίζει τὴν καθαρότητα τῆς προσευχῆς, φωτίζει τὴν ψυχή, διαφυλάττει τὴν νοῦ, διαλύει τὴν πνευματική ἀναισθησία, ὁδηγεῖ στὴν κατάνυξη, προκαλεῖ ταπεινό στεναγμό, δημιουργεῖ χαρούμενη συντριβή, σταματᾶ τὴν πολυλογία, ἀρέσκεται στὴν ἡσυχία, περιφρουρεῖ τὴν ὑπακοή, προξενεῖ τὴν καθαρότητα, διώχνει τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνοίγει τὴν πόρτα τοῦ Παραδείσου ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐξεβλήθη ὁ Ἀδάμ ποὺ παρήκουσε τὸν Θεόν καὶ δὲν νήστευσε.
Εὐλαβέστατοι πατέρες καὶ θεοφίλητοι ἀδελφοί, Ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας κ’ Μεγάλης Σαρακοστῆς ποὺ βρίσκεται μπροστά μας, μᾶς περιλούει μὲ τὴν ἁγιαστική χάρη τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ μας, φωτίζει τὴν ἁμαρτωλή καὶ ῥάθυμη ζωή μας καὶ μᾶς καλεῖ νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐν ταπεινώσει τὸν καλόν ἀγῶνα ποὺ μᾶς δείχνει ἡ Ἁγία μας ἐκκλησία, τὸν ἀγῶνα τῆς ἐγκράτειας, τῆς νηστείας καὶ τῆς μετάνοιας, ποὺ καθαρίζει τὴν ψυχή μας καὶ μᾶς φέρνει κοντά στὸν Χριστό.
Ἡ ἁγία καὶ πλούσια πεῖρα τόσων ἁγίων τῆς ἐκκλησίας μας, μᾶς δείχνει τὸ δρόμο, τὴν μοναδική ἀσφαλῆ πορεία, ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθήσουμε γιὰ νὰ φθάσουμε μὲ ταπείνωση στὸν γλυκύτατο Νυμφίο καὶ στὴν δόξα τοῦ ἐκ νεκρῶν ἀναστάντος Χριστοῦ. Καὶ πραγματικά, βλέπουμε τὸν ἁμαρτωλό τελώνη νὰ στενάζει, χτυπῶντας μετανοημένα τὸ στῆθος του∙ τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία ν’ ἁγιάζει, ὕστερα ἀπὸ μιὰ ζωή ἁμαρτωλότατη · τὴν πόρνη τοῦ Εὐαγγελίου, νὰ σωφρονεῖ∙ τὸν ληστή δίπλα ἀπὸ τὸν Χριστό νὰ θεολογεῖ. Ἀκούγοντας ἀκόμα τοὺς κατανυκτικούς ὕμνους τῶν ἁγίων καὶ ἐμπνευσμένων ὑμνογράφων, ὁ πιστός χριστιανός κατανύγεται, ἀλλάζει ἀποφάσεις παίρνει τὸ δρόμο γιὰ τὸ ἐξομολογητήριο, ὅπου ἀφήνει τὰ κρίματα ποὺ βάραιναν ὡς τῶρα τὴν ψυχή του καὶ ὕστερα γεύεται τὸ Πανάγιον Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ ποὺ τὸν Θεώνει καὶ τὸν κάνει μέτοχον τῆς Αἰωνίου Ζωῆς.
Υἱκά σᾶς παρακαλῶ Σεβασμιώτατε,εὐχηθεῖτε ἡ εἴσοδός μας στὴν Ἁγία κ’ Μεγάλη Σαρακοστῆ ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ζωή μας νὰ εἶναι μιὰ θεοποιός πορεία ἀπὸ τὴν γῆ πρὸς τὸν οὐρανό, ἀπὸ τὴν λάσπη τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, πρὸς τὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν σύγχρονη κρίση τῶν ἀνθρώπων στὴν πλούσια οἰκτιρμῶν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ἀνασφάλειας στὴν ἔλλαμψη τῆς σωτήριας Χάρις τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ τέλος ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ παρόντος αἰῶνος τοῦ ἀπατεῶνος στὴν ἀνέκφραστη καὶ ἀνεκλάλητη χαρά τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν.